Η καταστροφή των Ψαρών αποκαλείται η άλωση των Ψαρών και η σφαγή των κατοίκων τους από τον Οθωμανικό Στρατό τον Ιούνιο του 1824, κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Αντιμαχομενοι:
Ηγετικά πρόσωπα:
Ψαρά: τοπική αρχή του νησιού
Θεσσαλομακεδόνες: Γούλας Κασάνδριος, Σλαβούνος Ράδος
Οθωμανοί:Αλβανοί: Ισμαήλ Πασά Πλιάσας, Μπανιούς ΣέβρανηςΣέβρανης
Δυνάμεις:
κάτοικοι του νησιού + 600 Θεσσαλομακεδόνες
Οθωμανικός στόλος με 10.000 στρατό, εκ των οποίων 3.000 Αλβανοί
Απώλειες:
Φοβερές απώλειες, άλωση του νησιού, προσφυγή των κατοίκων στην Μονεμβασία και από εκεί στην Αίγινα
Μέχρι το 1821 οι Ψαριανοί έζησαν ήρεμα και ασχολήθηκαν με την αλιεία και το εμπόριο. Εξέλεγαν κάθε χρόνο την τοπική εξουσία τους μεταξύ των πλουσιοτέρων συμπολιτών τους και επί τούτω συνέρχονταν ετησίως στον ναό του Αγίου Νικολάου. Οι 4 δημογέροντες που αναλάμβαναν την εκτελεστική εξουσία ήταν και υπεύθυνοι απέναντι στον Τούρκο ναύαρχο (τον καπετάν-πασά) και παράλληλα διοικούσαν ουσιαστικά το νησί, αφού δεν υπήρχε Τούρκος διοικητής. Επίσης, ακόμα και τα ποινικά δικαστήρια (π.χ. για εγκλήματα) εκδικάζονταν από τους ίδιους τους Ψαριανούς. Το 1815 προσετέθη στη διοίκηση του νησιού και διοικητής. Πριν από την Επανάσταση του 1821 το νησί είχε καταφέρει να πλουτίσει και να ευημερεί, ήταν δε τρίτο σε ναυτική δύναμη (με πάνω από 45 πλοία)μετά την Ύδρα και τις Σπέτσες.
Τα Ψαρά ήταν από τα πρώτα νησιά που ξεσηκώθηκαν ενάντια στον τούρκικο ζυγό, στις 10 Απριλίου 1821 και το Πάσχα ανύψωσαν την επαναστατική τους σημαία (λευκή με κόκκινο). Αλλά στις 21 Ιουνίου 1824, αιγυπτιακές δυνάμεις με αρχηγό τον Ιμπραήμ κατέλαβαν το νησί με 140 καράβια και 14.000 γενίτσαρους. Περισσότεροι από 15.000 κάτοικοι σφαγιάστηκαν και πολλά κορίτσια κατέληξαν δούλες σε σκλαβοπάζαρα, ενώ λίγοι κατόρθωσαν να εγκαταλείψουν το νησί. To άγαλμα που φιλοτεχνήθηκε πολύ αργότερα εικάζεται ότι είχε ως πηγή έμπνευσης το ίδιο κορίτσι. Η τραγικότερη ιστορική στιγμή των Ψαρών ήταν το ολοκαύτωμα της Μαύρης Ράχης στις 22 Ιουνίου 1824, όταν η πόλη των Ψαρών έπεσε στα χέρια των Τούρκων. Όσοι από τους αμάχους πρόλαβαν έφυγαν με τα πλοία. Οι υπόλοιποι σκοτώθηκαν ή πνίγηκαν. Πεντακόσιοι περίπου Ψαριανοί (κατ' άλλους εκατόν πενήντα) έτρεξαν στο Παλιόκαστρο (Μαύρη Ράχη) και κλείστηκαν στο μικρό φρούριο αποφασισμένοι να μην παραδοθούν αλλά να πέσουν πολεμώντας. Οι γενναίοι αυτοί υπερασπιστές του φρουρίου, με επικεφαλής τον Αντώνη Βρατσάνο, γιο του προέδρου της Βουλής των Ψαρών, αφού πολέμησαν, έδωσαν και την τελευταία τους πνοή και έγιναν ολοκαύτωμα για την απελευθέρωση της πατρίδας ανατινάσσοντας την πυριτιδαποθήκη.
H «Mαύρη Pάχη», που απαθανάτισε ο Σολωμός, υψώθηκε στη συνείδηση των ανθρώπων σαν σύμβολο θυσίας και ολοκληρωτικής προσφοράς στην υπόθεση της Ελευθερίας, όπως την είδε «επί το μέγα ερείπιον» ο Ανδρέας Κάλβος. Όσοι Ψαριανοί σώθηκαν από την καταστροφή κατέφυγαν στη Mονεμβασιά και με την απελευθέρωση στην Ερέτρια της Εύβοιας, που μετονομάστηκε σε «Νέα Ψαρά», σε αντιδιαστολή προς τα «Παλαιά Ψαρά» του νησιού. Πολλοί κάτοικοί του επανήλθαν (κυρίως μετά το 1864).
Μέχρι το 1912 τα Ψαρά βρίσκονταν υπό την κατοχή της Τουρκίας, ενώ στις 21 Οκτωβρίου του 1912 ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα, όταν ελευθερώθηκαν από το Αντιτορπιλικό Ιέραξ υπό τον πλοίαρχο Αντώνη Βρατσάνο, κατά σύμπτωση απόγονο του Αντώνη Βρατσάνου που είχε ανατινάξει το φρούριο 88 χρόνια νωρίτερα.
Για να τιμήσει η ελληνική Βουλή τη θυσία τους, το 1844 είχε ορίσει οι μετεγκατασταθέντες Ψαριανοί στην Ερέτρια (τα «Νέα Ψαρά») να έχουν για 100 χρόνια το δικαίωμα να εκλέγουν δύο βουλευτές. Μετά την απελευθέρωση των Ψαρών, όμως, το σχετικό άρθρο τροποποιήθηκε και ορίστηκε να εκλέγουν δύο βουλευτές μέχρι το 1944 και μάλιστα από κοινού, από τα Παλαιά Ψαρά (τα Ψαρά και η νησίδα Αντίψαρα) και τα Νέα Ψαρά. Λόγω του Εμφυλίου, αυτή η απόφαση εφαρμόσθηκε το 1946. Έκτοτε ψηφίζουν όπως και οι άλλοι κάτοικοι του Νομού Xίου.
Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη
Περπατώντας η Δόξα μονάχη
Μελετά τα λαμπρά παλικάρια
Και στην κόμη στεφάνι φορεί
Γεναμένο από λίγα χορτάρια
Που είχαν μείνει στην έρημη γη.