< Πίσω

Πολιορκία της Λιβαδειάς

Αναστασία Λέρη

Περίληψη των γεγονότων

Μετά την εξέγερση στο Λιδορίκι και Μαλανδρίνο, ύψωσε την σημαία της επαναστάσεως η Λιβαδειά με οπλαρχηγούς τον Αθανάσιο Διάκο και τον Βασίλη Μπούσγο. Αυτοί έχοντας 100 συντρόφους των και στρατολόγησαν πολλούς άλλους από την Αράχωβα και από άλλα χωριά της επαρχίας και κατέλαβαν νύχτα τις θέσεις του Ζαγαρά και του Προφήτη Ηλία πάνω από την πόλη της Λιβαδειάς. Από εκεί έστειλαν και απόκλεισε τις διόδους των Τούρκων, και αφού συνεννοήθηκαν με τους προεστούς της πόλης και τους συμφιλίωσαν, μπήκαν στην πόλη με την σημαία της ελευθερίας στις 30 Μαρτίου. Οι Τούρκοι βλέποντας την ένοπλη εισβολή των Ελλήνων κλείστηκαν στα ισχυρότερα σπίτια. Στις 31 Μαρτίου έγινε μάχη που διάρκεσε πέντε ημέρες. Ο Ρούκης και άλλοι ανέβηκαν νύχτα στο φρούριο για να το κυριεύσουν, αποκρούστηκαν όμως από τους Τούρκους που τους αντιλήφθηκαν. Τελικά οι πολιορκημένοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν από έλλειψη τροφίμων και νερού, και κατέθεσαν τα όπλα.

Ο Αθανάσιος Διάκος μάζεψε τα λάφυρα και τα παρέδωσε στους προκρίτους για να αγοράσουν τρόφιμα και πολεμοφόδια του στρατού. Ο ίδιος ξεκίνησε με 600 άνδρες προς την Βοδωνίτσα και τις Θερμοπύλες, διότι υπήρχε η φήμη ότι μαζεύονταν τα εχθρικά στρατεύματα.

Οι πρωταγωνιστές της πολιορκίας της Λιβαδειάς

Ο Ηλίας Μαυρομιχάλης (1795 – 1822) ήταν αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και γό­νος της ιστορικής οικογένειας των Μαυρομιχαλέων, Γεννήθηκε στην Μάνη και ήταν ο πρωτότοκος γιος του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Πολέμησε ηρωικά στις μάχες γύρω από τη Λιβαδειά το καλοκαίρι του 1821 μαζί με άλλους Πελοποννήσιους οπλαρχηγούς. Με την έναρξη του Αγώνα έ­λαβε μέρος στην απελευθέρωση της Καλαμάτας, στην μάχη του Βαλτετσίου όπου διακρίθηκε μαζί με τον θείο του Κυριακούλη, στην πο­λιορκία της Τρίπολης, στην πολιορκία της Ακροκορίν­θου, στην πολιορκία της Α­κρόπολης και στην Εύβοια, όπου στάλθηκε μαζί με τον θείο του Κυριακούλη για να συνδράμει τον Καρύστου Νεόφυτο και τους ο­πλαρχηγούς Μαυροβουνιώτη και Κριεζώτη. Σκοτώθη­κε στα Στύρα Ευβοίας στις 12 Ιανουαρίου του 1822 στη θέση Κοκκινόμυλος, όπου αυτοκτόνησε για να μην πέσει αιχμάλωτος στα χέρια των Τούρκων, ενώ το κεφάλι του κόπηκε και στάλθηκε στην Κωνσταντι­νούπολη, Ο θάνατός του αποτέλεσε σοβαρό πλήγ­μα για την Επανάσταση. Οταν μαθεύτηκε ο ηρωικός θάνατος του Ηλία Μαυρομιχάλη στην έδρα της Πελοποννησιακής Γερουσί­ας, στην Ακροκόρινθο, ο Πρόεδρος αυτής Δημ. Υψηλάντης θέλησε να την ανακοινώσει με τρόπο πε­ριφραστικό στον Πετρόμπεη, ο οποίος ήταν Αντι­πρόεδρος της Γερουσίας. Αφού άκουσε με ψυχραι­μία το θλιβερό συμβάν, είπε στον Δημήτριο Υψηλά­ντη: “Μη με λυπάσαι. Εκαμα γιο στρατιώτη, ο οποίος επλήρωσε το χρέος του προς την Πατρίδα!”. Ο ιστο­ρικός Ιωάννης Φιλήμων αναφέρει ότι ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης έλεγε “πως μόνο ο Ηλίας ηδύνατο να διαφιλονικήση ποτέ τη στρατιωτική ηγεσία της Πελο­ποννήσου”.Κυριάκος Δουζίνας Καταγόμενος από πλούσια οικογένεια του Πόρου, μύησε τους αδελφούς του στη Φιλική Εταιρεία και α­νακηρύχθηκε επικεφαλής των συμπολιτών του στο στρατόπεδο της Ακροκορίνθου. Ακολούθησε τον Νι­κηταρά στη Λιβαδειά τον Ιούλιο του 1821, όπου και ηρωικά έπεσε στον αγώνα εναντίον των Οθωμανών, πιθανότατα στο λόφο της Ιερουσαλήμ. Αναγνωρί­στηκε αξιωματικός Ε’ τάξεως. Στη Λιβαδειά πολέμη­σαν και οι αδελφοί του Αλέξανδρος Δουζίνας και Α­ναγνώστης Δουζίνας μαζί με άλλους πολλούς Πο­ριώτες.

Ο Νικήτας Σταματελόπουλος ή Νικηταράς ή Τουρ­κοφάγος (1782-1849) γεννήθηκε στη Νέδουσα (Με­γάλη Αναστάσοβα). Καταγόταν από το χωριό Τουρκολέκα και ήταν ανιψιός του Θεόδωρου Κολοκοτρώ­νη. Το 1805, κατά τον ανηλεή διωγμό των κλεφταρματολών της Πελοποννήσου, ο πατέρας του σκοτώ­θηκε από τους Τούρκους και ο Νικηταράς ακολού­θησε τον θείο του Κολοκοτρώνη στα Επτάνησα, ό­που εντάχθηκε στα Ρωσικά τάγματα και μετέβη στην Ιταλία για να πολεμήσει κατά του στρατού του Να­πολέοντα. Στη συνέχεια επέστρεψε στα Επτάνησα και υπηρέτησε τους Γάλλους, οι οποίοι στο μεταξύ τα εί­χαν καταλάβει με τη συνθήκη του Τίλσιτ. Ηταν ένας από τους σημαντικότερους αγωνιστές της Επανάστασης του 1821. Συντηρούσε δικό του σώμα ενόπλων με άνδρες που προέρχονταν από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Με την έκρηξη της Επανάστασης, στην πρώτη μάχη που δόθηκε στο Βαλτέτσι της Αρκαδίας στις 12-13 Μαΐου 1821 (είχε προηγηθεί μια συμπλοκή στο Λεβίδι τον Απρίλη), ο Νικηταράς, που κρατούσε με 200 άντρες τα Ανω Δολιανά, κατάφερε να αποκρούσει 6.000 Τούρκους που επετίθεντο με πυροβολικό. Επει­δή έπεσαν πολλοί Τούρκοι από το χέρι του σ’ εκεί­νη τη μάχη, οι άντρες του τον ονόμασαν Τουρκο­φάγο. Πολέμησε στη Λιβαδειά το καλοκαίρι του 1821. Διακρίθηκε κυρίως στην πολιορκία και την ά­λωση της Τρίπολης. Ο Νικηταράς πήρε μέρος σε πολλές ακόμη μάχες μέχρι που απελευθερώθηκε η χώρα. Πέθανε το 1849 στον Πειραιά.

Γενικώς παραδεκτό είναι ότι ο Ομέρ Βρυώνης ανα­δείχθηκε στον σημαντικότερο Οθωμανό στρατηγό κατά τις αρχές της Ελληνικής επανάστασης. Αυτός εκπόρθησε τη Λιβαδειά το καλοκαίρι του 1821 μετά από πολιορκία 17 ημερών. Ο Ομέρ Βρυώνης ήταν Τουρκαλβανός πασάς. Μεγά­λωσε στην αυλή του Αλή Πασά στα Ιωάννινα. Αργότε­ρα πήγε στην Αίγυπτο, όπου βοήθηοε τον Μωχάμετ Αλη στις πολεμικές επιχειρήσεις κατά των Μαμελούκων.Γρήγορα απέκτησε φήμη ικανού στρατιωτικού και πλούτη. Επιστρέφοντας στα Ιωάννινα χρησιμοποιήθηκε από τον Αλή στους αγώνες του τελευταίου εναντίον των άλλων πασάδων και του σουλτάνου. Τελικά όμως, προβλέποντας την ήττα του Αλή, τον πρόδωσε και αντα­μείφθηκε με το πασαλίκι του Βεράτιου,Μετά την έκρηξη της Ελληνι­κής Επανάστασης πήρε ε­ντολή να κατεβεί στην Ανα­τολική Ελλάδα, να καταπνί­ξει την επανάσταση της πε­ριοχής και να συνεχίσει προς την Πελοπόννησο. Έ­φυγε από τα Ιωάννινα στις 9 Απριλίου 1821 και προ­σπάθησε να συνθηκολογήσει με μερικούς οπλαρχη­γούς, αλλά απέτυχε. Μετά απ’ αυτό διέλυσε σε μάχη τα τμήματα του Δυοβουνιώτη και Πανουργιά στη Χαλκομάτα και του Αθανασίου Διάκου στην Αλαμά­να, τον οποίο, αφού αιχμαλώτισε, σούβλισε. Στη συ­νέχεια προχώρησε προς την Αμφισσα, για να περά­σει με πλοία στην Πελοπόννησο. Αλλά στο Χάνι της Γραβιάς συνάντησε αντίσταση από τμήματα Ελλήνων με αρχηγό τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, τα οποία τελι­κά νίκησε, αλλά φοβήθηκε να προχωρήσει στην Πε­λοπόννησο. Κατόπιν εισβάλλει στα ορεινά χωριά της Γκιώνας, κυριεύει τη Λιβαδειά και προχωρεί προς την Εύβοια. Αλλά στα Βρυσάκια συναντά ισχυρή αντίσταση και παθαίνει σοβαρές ζημιές, Μετά βάδισε κατά της Αθήνας και έλυσε την πολιορκία της Ακρόπολης. Στο μεταξύ είχε επαναστατήσει η Δυτική Στερεά και οι Αλβανοί είχαν συμμαχήσει με τους Σουλιώτες ενα­ντίον των Τούρκων. Ο Χουρσίτ Μεχμέτ Πασάς ανα­κάλεσε τον Βρυώνη στα Ιωάννινα, όπου διέσπασε τη συμμαχία και ανάγκασε τους Σουλιώτες σε συνθη­κολόγηση (2 Σεπτεμβρίου 1822) μετά από αποκλει­σμό. Μετά την πτώση του Σουλίου, οι Τούρκοι με αρχηγούς τους Κιουταχή και Βρυώνη πολιόρκησαν το Μεσολόγγι. Μετά την αποτυχημένη απόπειρα κυ­ρίευσης, τη νύκτα των Χριστουγέννων του 1822, έ­λυσαν την πολιορκία κι αυτό προκάλεσε τη δυσμέ­νεια του σουλτάνου. Αργότερα κατέβηκε πάλι στη Δυτική Στερεά και προσπάθησε για την αποτυχία των άλλων Τούρκων αρχηγών, για να δικαιολογήσει τη δική του. Τέλος, διέλυσε οριστικά το στρατόπεδό του και γύρισε στα Ιωάννινα, από εκεί στο Βεράτι και τέ­λος στη Θεσσαλονίκη. Μετά χάνονται τα ίχνη του.

Ποιος ήταν ο αρχηγός των Ελλήνων;

Αθανάσιος Διάκος, Βασίλης Μπούσγος

Ποιος ήταν ο αρχηγός των Τούρκων;

Βοεβοδάς Χασάν Αγάς

Ποιος κέρδισε;

Οι Έλληνες

Δυνάμεις

Μερια των Ελλήνων

Μερια των Τούρκων